Movie Time: Wonder Wheel – Ο Τροχός του Λούνα Παρκ

Wonder Wheel (HΠA 2018) του Woody Allen
με τους Kate Winslet, Justin Timberlake, James Belushi, Juno Temple

Ο γνώριμος Woody Allen· ως προς το ύφος, τις εικόνες του, τις αναγωγές στην αρχαία ελληνική τραγωδία, τις απελπισμένες ατάκες οιονεί εκμυστηρεύσεις των ηρώων του σαν να τις διατυπώνουν από το ντιβάνι του ψυχαναλυτή. Δεν ξέρω γιατί μου θύμισε τόσο έντονα το Match Point (2005). Ίσως διότι κι εδώ, όπως και σ’ εκείνη την ταινία, τα θύματα δεν δικαιώνονται και οι δράστες κυκλοφορούν ελεύθεροι, ενώ ο κόσμος συνεχίζει γύρω τους αδιάφορος.


Η Τζίνι, μια αποτυχημένη πρώην ηθοποιός, εργάζεται ως σερβιτόρα σε εστιατόριο. Είναι αγχώδης, νευρωσική, αλκοολική, δεν χαίρεται με τίποτε, ζει με τις τύψεις για τον χωρισμό από τον πρώτο της άντρα, δεν συνεννοείται με τον δεύτερο (και του απαγορεύει να πίνει υπενθυμίζοντάς του κάθε φορά ότι το έχει κόψει), έχει κι έναν γιο πυρομανή που βάζει φωτιά ακόμα και στο σαλόνι αναμονής της ψυχιάτρου όπου τον πηγαίνει η μητέρα του. Αποκτά έναν εραστή νομίζοντας πως έτσι θα δώσει νόημα στη ζωή της, κι ονειρεύεται να χωρίσει και τον δεύτερο άντρα της για να ζήσει μαζί του. Κάποια στιγμή καταφθάνει η κόρη του άντρα της Τζίνι, η Καρολίνα, κυνηγημένη από τον μαφιόζο που παντρεύτηκε. Και τότε ο εραστής γίνεται το μήλον της έριδος μεταξύ μητριάς – κόρης. Την «κοινότοπη» αυτή ιστορία ερωτικού τριγώνου μετατρέπει ο Γούντυ Άλεν σε τραγωδία. Άλλωστε, στο σενάριο γίνεται αναφορά στην ελληνική τραγωδία, στον Σαίξπηρ και στον Ευγένιο Ο’ Νιλ.

Η ταινία αρχίζει με την αφήγηση του εραστή της Τζίνι μπροστά στον φακό της κινηματογραφικής μηχανής, η οποία επανέρχεται και προωθεί την ιστορία χωρίζοντας την ταινία σε ημιαυτόνομα μέρη, σαν τους ηθοποιούς του Μπρεχτ όταν δημιουργούν «παραξένισμα» βγαίνοντας από τον ρόλο τους και απευθυνόμενοι στους θεατές. Ο ρομαντικός εραστής που αγαπάει τα γράμματα και τις τέχνες και που λίγο πείθει για τη σοβαρότητά του στην αρχή, στο τέλος θα διαπιστώσει την αλήθεια και θα φύγει μακριά. Στο ύφος η ταινία άλλωστε «παίζει» με μια ελαφράδα, τη γνωστή του Γούντυ Άλεν, που υπαγορεύεται από την ιστορία αλλά και από το περιβάλλον του Λούνα Παρκ όπου αυτή διαδραματίζεται, πίσω της όμως υποκρύπτονται πάντα οι απρόβλεπτες βουλές των χαρακτήρων. Το όλο εγχείρημα μοιάζει να παραπέμπει σε θεατρική παράσταση, στην κατασκευασμένη ατμόσφαιρα των μελό του Χόλιγουντ, τα χρυσίζοντα χρώματα δημιουργούν αίσθηση μαγείας και παραμυθιού, φωτογραφία και χρώματα με γεύση δεκαετίας του πενήντα συγκινούν προκαλώντας νοσταλγία για κείνα τα χρόνια.


Η αναπαράσταση των ηθών της εποχής, αλλά και των χαρακτήρων που η κοινωνική επιταγή διαμορφώνει, είναι λίαν επιτυχημένη. Αρκεί να προσέξουμε τις νοοτροπίες περί διαφοράς ηλικίας στο ζευγάρι, όταν η διαφορά βαρύνει τη γυναίκα. Περί υποχρέωσης του συζύγου να κάνει ευτυχισμένη τη σύζυγο μέσα από ένα επιτυχημένο επάγγελμα, της συζύγου να τηγανίζει τα ψάρια που ψάρεψε εκείνος, να είναι και ικανοποιημένη που της προτείνει να πάνε για ψάρεμα. Αν της Τζίνι δεν της αρκούν αυτά, μάλλον γεννήθηκε σε λάθος εποχή. Αλλά και δεν έκανε τίποτε για να αλλάξει το είδος ζωής που ζει, αν και το απεχθάνεται. Και μέσα στην μεμψιμοιρία για την ζωή της και στις συμφορές από τις φωτιές που ανάβει ο γιος της, έρχεται η Καρολίνα να της κλέψει τον εραστή.
Οι πρωταγωνιστές βιώνουν ένα είδος τρέλας· καθένας ονειρεύεται κάτι άλλο απ’ αυτό που είναι στην πραγματικότητα, και λειτουργεί ειρωνικά το ότι ζουν μέσα στην γιορτινή ατμόσφαιρα του Κόνι Άιλαντ με τα πολύχρωμα φώτα του ν’ αναβοσβήνουν ανάλογα με τις διαθέσεις τους. Είναι το θέατρο – σκηνή όπου καθένας τους παίζει την προσωπική του τραγωδία, παίζουν ρόλους λέγοντας ψέματα σε όλους, ακόμα και στους εαυτούς τους. Η κατάληξη δεν θα είναι καλή για κανέναν τους.

Ούτε η τελική συνάντηση με τον εραστή που απευθύνει ευθύ και δριμύ κατηγορητήριο εναντίον της θα φέρει τη Τζίνι αντιμέτωπη με την πραγματικότητα, ούτε θα την βγάλει από την ρουτίνα της ασήμαντης ζωής της, από την επανάληψη των ίδιων και των ίδιων, λες κι ο σύζυγος δεν έχει ξανακούσει ότι δεν της αρέσει να πηγαίνει στο ψάρεμα μαζί του, κι η ίδια του το επαναλαμβάνει όμοια με τον κύκλο της μεγάλης ρόδας του Λούνα Παρκ που γυρίζει και γυρίζει περνώντας πάντα από το ίδιο σημείο, ενώ ο μικρός στην ακροθαλασσιά συνεχίζει να βάζει φωτιές, σαν για να εξορκίσει τη δυστυχία τη δική του και της μητέρας του.

Mickey (Justin Timberlake) and Carolina (Juno Temple) in a scene from WONDER WHEEL, directed by Woody Allen.

Αυτά, για τις υποδηλώσεις της ταινίας. Επικράτησε μια τάση ουδέτερης ματιάς απέναντι στο έργο, προκειμένου να κριθεί αυτό το ίδιο κι όχι αυτός που το δημιούργησε, η κριτική πάντως δεν άφησε στην άκρη τα γεγονότα που βαραίνουν τον άνθρωπο Γούντυ Άλεν (και πώς όχι;): «Μπορούμε ακόμα να τον αγαπάμε ή να συνεργαζόμαστε μαζί του;» Το 1992 χώρισε με τη Μία Φάροου επειδή δημιούργησε σχέση με την υιοθετημένη κόρη της, κι έπειτα ήρθαν οι καταγγελίες της Dylan Farrow για σεξουαλική παρενόχληση (New York Times, Télérama, Le Figaro, Le Monde, Libération, La Croix, Europe 1 ). Κι αυτοί πάντως που δεν θέλουν να θέσουν εαυτούς σε ρόλο δικαστή, κι εκείνοι που αρνούνται τον άνθρωπο – σκηνοθέτη, είναι σχεδόν βέβαιο ότι σπεύδουν να δουν κάθε καινούρια δημιουργία του.

 

 

Η Μαρία Πάλλα είναι ιστορικός και συγγραφέας. Έχει εκδώσει δύο βιβλία τα οποία είναι οι «Απώλειες» (διηγήματα) και η «Μικρή Μεγάλη Εβδομάδα» (μυθιστόρημα). Επίσης μόλις κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα της «Οι Αρχάριες». Παράλληλα στο διαδίκτυο έχουν δημοσιευθεί διάφορα διηγήματα και νουβέλες της.

 

 

Δεν Υπάρχουν Σχόλια