Movie time: Their finest – Η καλύτερη στιγμή τους
Η καλύτερη στιγμή τους (Their finest, Μεγάλη Βρετανία 2016), της Lone Scherfig, με τους Gemma Arterton, Sam Claflin, Bill Nighy, Jack Huston.
Δράμα και ρομαντική κωμωδία ταυτόχρονα με επεισόδια που ξεχωρίζουν, εντυπωσιάζουν (κατά τη γνώμη μου) λάμπουν, καθώς κυλάει ο φιλμικός χρόνος, μέσα από ένα σενάριο πλούσιο σε κλίμα εποχής, νοοτροπίες, θέσεις, φιλοσοφία, δράση και μελόδραμα. Η σκηνοθέτις, με καλλιτεχνική διεύθυνση που φροντίζει ακόμα και την παραμικρή λεπτομέρεια και σε τόνους χαμηλούς, ασχολείται με τις ψυχολογικές μεταπτώσεις, με τις γυναίκες, με το σινεμά και τις κοινωνικές αξίες του, υπογράφοντας ένα είδος τραγικωμωδίας μια ταινία όχι ιστορική, αλλά που αφορά στην ιστορία. Των ανθρώπων και του κινηματογράφου.
Δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, μάχη της Αγγλίας. Η Ευρώπη κατεχόμενη και το Λονδίνο βομβαρδίζεται κάθε μέρα ανηλεώς. Μια γυναίκα καταφέρνει να προσληφθεί για την συγγραφή σεναρίου σ’ έναν επαγγελματικό χώρο όπου έως τότε κυριαρχούσαν οι άνδρες (έναντι 2 λιρών την εβδομάδα, οι άνδρες αμείβονταν με 3,10). Αυτό εξαιτίας του πολέμου, διότι ο ανδρικός πληθυσμός λείπει. Θα γυρισθεί ταινία με θέμα ένα επεισόδιο διάσωσης στη Δουνκέρκη.
Έχουμε δηλαδή μια ταινία μέσα στην ταινία με σκηνές πατριωτικές «ναΐβ» αρκετά αφελείς (όπως συνήθως γίνεται με τις παρεμβολές, θεατρικές ή κινηματογραφικές, που επιτηδευμένα στυλιζάρονται). Έτσι γυρίζονταν στο Λονδίνο οι προπαγανδιστικές ταινίες, για να τονώσουν το ηθικό των στρατιωτών στο μέτωπο, αλλά και του πληθυσμού που έμενε στην πατρίδα και τους περίμενε σε περιβάλλον κόλασης από τις βόμβες που σώριαζαν σε ερείπια ολόκληρες γειτονιές, και μέσα στο πένθος για τους καθημερινούς θανάτους προσφιλών προσώπων που προστίθενται βέβαια στους σωρούς των σκοτωμένων στις μάχες. Σ’ αυτές τις ταινίες ο ηρωισμός των μαχομένων άξιζε τη μεγαλύτερη δόξα· γιατί σ’ ένα τρίτο επίπεδο η προπαγάνδα μέσω του κινηματογράφου φιλοδοξούσε να ενθαρρύνει τους Αμερικανούς να βγουν στον πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων. Κωμικές οι σκηνές με τον Αμερικανό ερασιτέχνη που δεν μπορεί να πει δυο ατάκες της προκοπής, όπως και με τον έμπειρο Άγγλο ηθοποιό που είναι όλο καπρίτσια, αλλά κι αυτός μέσα από μια πορεία συνειδητοποίησης σε συνθήκες άγριου πολέμου θα οδηγηθεί σε μια μεταμόρφωση που θα εκπλήξει μα και θα βοηθήσει την ηρωίδα.
Η ταινία ανακατεύει σινεμά, προπαγάνδα, σχέσεις εμπόλεμης Ευρώπης (Αγγλίας) με ΗΠΑ, μια ερωτική ιστορία, ηθοποιούς που παίζουν τους ηθοποιούς. Με τρόπο οιονεί μαγικό το τραγικό ιδωμένο με χιούμορ και ελαφράδα προβάλλει ως τέτοιο ακόμα περισσότερο. Το δράμα, η κωμωδία, το πάθος, ο πόνος, κυρίως όμως ο πόλεμος κι ο θάνατος συμβαίνουν τόσο μπροστά, όσο και πίσω από την κινηματογραφική μηχανή. Μόνο που στις ταινίες η πραγματικότητα είναι αυτή που αποφασίζει ο σκηνοθέτης, στη ζωή δεν μπορούμε ν’ αλλάξουμε τα τετελεσμένα. Κωμωδία, δράμα, ρομάντσο, ζωή και θάνατος, βαρύτητα και ελαφρότητα, το γέλιο και το δάκρυ, όλα σε ίσες δόσεις και με ισορροπία μοναδική σε μια εξαιρετική στιγμή για το αγγλικό σινεμά, και ου μόνον. Βασισμένη στο βιβλίο «Their Finest Hour and a half » της Lissa Evans, η ταινία που προέκυψε είναι άκρως γοητευτική, συγκινητική, πολλαπλώς απολαυστική,αποτίει και μεγάλη τιμή στον κινηματογράφο αναδεικνύοντας τη σημασία του για τις κοινωνίες μας και για τα ίχνη που αυτές θ’ αφήσουν φανερώνοντας άλλη μια φορά το μέγεθος της τέχνης του.